"Δημήτρης Μητρόπουλος" Κεντρική σελίδα

Δημήτρης Μητρόπουλος

«Αυτοβιογραφικά»
[Κώστιος Α., Δημήτρης Μητρόπουλος, Αθήνα 1996. Επιλεγμένα κείμενα από την αλληλογραφία του μαέστρου με την Καίτη Κατσογιάννη κι από συνεντεύξεις που παρεχώρησε σε ελληνικές και ξένες εφημερίδες.]

Dimitris Mitropoulos photo «Οι σκέψεις μου ξαναγυρίζουν σε έναν Άγιο, που έζησε πριν από αιώνες στην Ιταλία. Για μένα η γεμάτη ταπεινοσύνη και ανιδιοτέλεια ζωή του εκφράζει περισσότερο από τη ζωή οποιουδήποτε άλλου το γνήσιο πνεύμα τον Χριστιανισμού. Και παρ' όλο ότι δεν είναι Άγιος του δόγματος που ανήκω, καθόρισε τις αρχές της ζωής μου. Ήμουν δεκαπέντε χρόνων, όταν τον ανακάλυψα. Είχα ταξιδέψει στη Ρώμη, για πρώτη φορά μακριά από τον τόπο μου. Μια μέρα είδα σε μια εκκλησία την εικόνα του Αγίου Φραγκίσκου που με συνεπήρε και μου κίνησε τόσο πολύ το ενδιαφέρον, ώστε αποφάσισα ένα προσκύνημα στην πόλη του, την Ασίζη. Εκεί [. . .] γνώρισα πραγματικά το πνεύμα της Διδασκαλίας του Αγίου Φραγκίσκου που με επηρέασε αποφασιστικά. Έμαθα πως πρέσβευε ότι, αν θέλεις να κρίνεις κάτι ή κάποιον, αντί να καταφύγεις στα λόγια, δώσε το παράδειγμα με τις πράξεις σου γι’ αυτό που νομίζεις ότι θα έπρεπε να γίνει. Ο Άγιος Φραγκίσκος μοίρασε τα υπάρχοντά του και δίδασκε στις πλατείες της Ασίζης ζώντας σε απόλυτη πενία. Ήταν η κριτική του για την ύπαρξη της φτώχειας.[...] Θυμάμαι πάντα το παράδειγμα του Αγίου Φραγκίσκου. Με εμπνέει και μου δίνει κουράγιο. Όταν βλέπεις κάτι που δεν είναι σωστό, μπορείς να το διορθώσεις δείχνοντας κατανόηση σ' αυτόν που το κάνει και πράττοντας εσύ το σωστό. Αυτό είναι η καλύτερη κριτική».

«Στο Βερολίνο (σ.σ. το 1921) συνάντησα τους Έλληνες σπουδαστές, ανάμεσά τους ένα μαθητή τον Έγκον Πέτρι που υπήρξε μαθητής του Μπουζόνι. Ο πατριώτης μου τα κανόνισε να παίξω στον Πέτρι μια σονάτα μου για πιάνο που μόλις είχα συνθέσει. "Πρέπει να σας ακούσει ο Μπουζόνι", μου είπε ο Πέτρι. Ο Μπουζόνι με άκουσε με υπομονή σαρανταπέντε ολόκληρα λεπτά - τόσο διαρκούσε η σύνθεσή μου. Όταν τέλειωσα, είπε κάτι που δεν λησμόνησα ποτέ: "Πολύ πάθος". Η αιτιολόγηση της πατατήρησής του εξελίχτηκε σε ολόκληρη διάλεξη με θέμα "Τι είναι το πάθος στη μουσική". Από ό,τι κατάλαβα πρέπει να είπε πως η μουσική και το πάθος είναι δύο πράγματα που δεν θα έπρεπε να συνυπάρχουν. Τρόμαξα πάρα πολύ. Πέρασα δύσκολες ημέρες και εβδομάδες. Αλλά τι μπορούσα να κάνω αφού η φύση μου ολόκληρη ήταν γεμάτη φλόγα και πάθος;[...] Δεν μπορούσα πια να συνθέσω. Έπρεπε πρώτα να βρω την αρμονία ανάμεσα στην καρδιά και στο νου. Πραγματικά ήταν μια αποφασιστική στιγμή. Κι αν στο μεταξύ δεν μου ανοιγόταν ο δρόμος για μια καριέρα διευθυντή ορχήστρας, ποιος ξέρει, ίσως να είχα σταματήσει να ασχολούμαι με τη μουσική. Μουσική χωρίς πάθος;[...] Την εποχή εκείνη συνεργαζόταν με την Κρατική Όπερα ένας Έλληνας σκηνογράφος με μεγάλη φήμη, ο Πάνος Αραβαντινός. Όταν μια μέρα τον ρώτησα αν του ήταν δυνατό να μου εξασφαλίσει την άδεια ώστε να μπορώ να κάθομαι ανάμεσα στους μουσικούς της ορχήστρας στη διάρκεια της παράστασης, θεώρησε την ιδέα μου σαν μια καλή λύση για να απαλλαγώ από το έξοδο του εισιτηρίου. Η άδεια δόθηκε. Σε μια παράσταση καθόμουν κοντά στη θέση των τυμπάνων. Σε μια στιγμή βλέπει ο μαέστρος, ο Φρίτς Στήντρυ (Fritz Stiedry), πως απουσίαζε ο τυμπανίστας. Η παράσταση άρχιζε, τα φώτα είχαν σβήσει. Σε όλη τη διάρκεια της πρώτης πράξης έπαιξα εγώ τα τύμπανα, μια τέχνη που είχα μάθει στην Ορχήστρα του Ωδείου Αθηνών. Ύστερα από αυτό με κάλεσε ένας εκπρόσωπος της Διεύθυνσης και με ρώτησε αν ήθελα να αναλάβω ως μουσικός εκγυμναστής (Korrepetitor). Δέχτηκα με χαρά».

«Η πρώτη μου εμφάνιση έξω από την Ελλάδα πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο. Η Λουΐζα Βολφ (Louise Wolf), γνωστή ιμπρεσάριος στον γερμανικό χώρο, είχε αναλάβει την οργάνωση της συναυλίας. Με συμβούλεψε να βάλω στο πρόγραμμά μου νέα έργα για να κινήσω το ενδιαφέρον του κοινού και των κριτικών, και με παρότρυνε, για να εξασφαλίσω την προσέλευσή τους, να αναθέσω σε γνωστό σολίστ την παρουσίαση ενός μοντέρνου κοντσέρτου σε πρώτη εκτέλεση. Αποφασίστηκε η μεγάλη ατραξιόν να είναι ο βιρτουόζος του πιάνου Έγκον Πέτρι. Το έργο που επιλέχτηκε ήταν το Τρίτο Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του Προκόφιεφ.

Δέκα μέρες πριν από τη συναυλία ο Πέτρι μου έγραψε από την Ελβετία ότι οι συναυλίες και τα ρεσιτάλ που είχε αναλάβει να πραγματοποιήσει δεν του άφηναν τον απαραίτητο χρόνο για να μελετήσει το νέο έργο. Εξέφραζε τη λύπη του και έλεγε πως θα ήταν ευτυχής να έπαιζε ένα από τα καθιερωμένα έργα του κλασικού ρεπερτορίου. Μάταια προσπάθησε η ιμπρεσάριος να βρει άλλο πιανίστα ανάμεσα στους καλλιτέχνες που συνεργάζονταν μαζί της. Κανένας δεν είχε στο ρεπερτόριό του το έργο και ο χρόνος ήταν πάρα πολύ λίγος για να το ετοιμάσει.

Την απελπιστική εκείνη στιγμή πήγα στην κυρία Βολφ και τη ρώτησα: "Τι Θα λέγατε αν έπαιζα εγώ το σολιστικό μέρος του Κοντσέρτου του Προκόφιεφ; ". Στην ερώτησή μου απάντησε με ερώτηση: "Και ποιος Θα διευθύνει; ". Απάντησα: "Δεν χρειάζομαι μαέστρο. Εγώ ο ίδιος Θα παίξω και συγχρόνως Θα διευθύνω". Αναστατωμένη μου είπε πως είμαι τρελός και πως, ακόμη κι αν μπορούσα να κάνω κάτι τέτοιο, ήταν πολύ ριψοκίνδυνο και αν δεν πετύχαινα η καριέρα μου θα καταστρεφόταν.[...]

Τρεις μέρες πριν από τη συναυλία είχαμε την πρώτη δοκιμή. Όλοι ήταν νευρικοί και περίεργοι να δουν τι θα συμβεί. Όλα, όμως, πήγαν καλά. Η ιμπρεσάριος έτρεξε στις εφημερίδες να αναγγείλει πως λόγω ξαφνικής ασθένειας του Πέτρι το Κοντσέρτο του Προκόφιεφ Θα το έπαιζε ο Μητρόπουλος, εμφανιζόμενος στον διπλό ρόλο τον μαέστρου και πιανίστα![...] Η συναυλία είχε μεγάλη επιτυχία. Στο διάλειμμα με πλησίασε ένας ηλικιωμένος κύριος, άγνωστος τότε σε μένα, και με συνεχάρη λέγοντας ότι είναι ο Φρεντερίκ Λαμόντ (Frederic Lamond). Αργότερα έμαθα πως επρόκειτο για τον περίφημο πιανίστα, και ένιωσα μεγάλη ικανοποίηση που είχα την αναγνώριση ενός τέτοιου διακεκριμένου καλλιτέχνη. Θυμάμαι τα λόγια του : "Αγαπητό μου παιδί, θα με Θυμηθείς. Θα γίνεις πασίγνωστος μ' αυτό το κοντσέρτο". Έτσι και έγινε. Η προφητεία τον βγήκε αληθινή. Στα επόμενα χρόνια με κάλεσαν να παίξω το Κοντσέρτο του Προκόφιεφ σε όλη την Ευρώπη - είκοσι πέντε φορές! Στο Παρίσι, ο ίδιος ο Προκόφιεφ με άκουσε να το παίζω. Έχεις κάνει το έργο δικό σου", μου είπε. Στο κοντσέρτο αυτό οφείλω τις εμφανίσεις μου στη Σοβιετική Ένωση, στη Μόσχα και στο Λένινγκραντ, και αυτό είναι που με έφερε στην Αμερική για τις πρώτες μου συναυλίες με τη Συμφωνική Ορχήστρα της Βοστόνης και αμέσως μετά για να αναλάβω ως μόνιμος αρχιμουσικός της Συμφωνικής Ορχήστρας της Μιννεάπολης».

«Το γεγονός ότι ήμουν χωρισμένος από σας επί τόσα πολλά χρόνια (σ.σ. όσο διαρκούσε ο Β ' Παγκόσμιος Πόλεμος), ήταν βέβαια πολύ σκληρό για μένα, εν τούτοις πολλά ενδιαφέροντα μου συνέβησαν από άποψη καλλιτεχνική. Έτσι, μπορώ να ειπώ ότι κατά τα χρόνια αυτά, κατά τα οποία τόσοι άλλοι άνθρωποι κατεστράφησαν, εγώ αισθάνομαι να κέρδισα τόσο σε φήμη όσο και σε καλλιτεχνική ωριμότητα. Μπορώ να [...] ειπώ, χωρίς να υπερτιμήσω τον εαυτό μου, ότι αλήθεια ανέπτυξα περισσότερη δεξιοτεχνία, περισσότερη αυτοσυγκέντρωση, και ίσως περισσότερο άνετη τεχνική. Πολλοί άνθρωποι που με γνώριζαν στην αρχή και τώρα, παρατήρησαν αυτή τη διαφορά. Αλλά, ανεξάρτητα από αυτά που ο κόσμος φρονεί, άμα ανατρέχω σ' αυτά που έχω κάνει κατά τη διάρκεια των έξη αυτών ετών απουσίας από την Ελλάδα, αισθάνομαι ότι κάπως προόδευσα, πιθανόν όσο μου ήταν δυνατόν να προοδεύσω. Δεν νομίζω ότι έχασα στιγμή χωρίς να μελετώ ή να διδάσκομαι. Και αν παρ' όλα αυτά στην πραγματικότητα -και δεν ξέρω ποιος θα μπορούσε θετικά να το διαπιστώσει - έχω ξεπέσει, [. . .] αυτό δεν μπορώ να το ελέγξω. Αυτή ή απομόνωση και η συγκέντρωση στον εαυτό μου με ανάγκασε να βρω μόνο στήριγμα και παρηγοριά στη δουλειά μου, και είμαι βέβαιος ότι κάτι θα πρέπει να έχει συντελεσθεί σ' αυτό το χρονικό διάστημα».

[. . .] « Όλα αυτά τα δύσκολα χρόνια του πολέμου υπέφερε και η τέχνη, και παρ' όλο που αυτή την ορχήστρα (σ.σ. τη Συμφωνική Ορχήστρα της Μιννεάπολης) την [είχα] εννέα ολόκληρα χρόνια, δεν μπορώ να ειπώ ότι όλα αυτά τα χρόνια ήταν η ίδια ορχήστρα. Παντού [. . .] οικονομικές δυσκολίες αποτελούν το πρόβλημα κάθε γνήσιου καλλιτεχνικού συγκροτήματος. Πολλά από τα μέλη της ορχήστρας μου έφυγαν, άλλοι τους αντικατέστησαν και πάλι έφυγαν, έτσι ώστε κάθε χρόνο γίνονταν πολλές αλλαγές και θα μπορούσα να ειπώ πως κάθε χρόνο ήμουν αναγκασμένος ν' αρχίζω από την αρχή. Και κάθε χρόνο τα καλά αποτελέσματα άρχιζαν να ξεπροβάλλουν μόλις κατά το τέλος της σαιζόν, ακριβώς όταν έπρεπε να διαλύσω την ορχήστρα για το καλοκαίρι. Τότε άρχιζε η υπογραφή των συμβολαίων με [μουσικούς] που ζητούσαν αύξηση και απειλούσαν να πάνε σε άλλες ορχήστρες [. . .]. Έτσι [είχαμε] καινούργιες δυσκολίες προσπαθώντας ν' ανεβάσουμε τον προϋπολογισμό. [Είχαμε] στιγμές απελπισίας, που [κάναμε] ακόμη και τη σκέψη να εγκαταλείψουμε την ορχήστρα, οπόταν ξαφνικά, την τελευταία στιγμή, ως εκ θαύματος, τα κεφάλαια [βρίσκονταν]. Τότε [είχε] επέμβει ο γενναιόδωρος Δημήτρης, που όχι μόνο όλα αυτά τα χρόνια δεν εζήτησε ποτέ αύξηση, αλλά προσφέρθηκε να παίρνει και λιγότερα, ενώ παράλληλα πλήρωνε στους μουσικούς κρυφά, από την τσέπη του, τη διαφορά ανάμεσα στο μισθό και εκείνο που είχαν ζητήσει».

«Κανείς δεν μπορεί να φαντασθεί καν το μέγεθος της καταστροφής μου· θα ήταν προτιμότερος άμεσος θάνατος παρά ένα αστροπελέκι (σ.σ. δηλαδή το έμφραγμα μυοκαρδίου που υπέστη) που έπεσε μονομιάς στο ηθικό μου οικοδόμημα καθώς και στο οικονομικό μου! [. . .] Δεν μπορούσε να διαλέξει χειρότερη στιγμή για να με ξεκάνει κυριολεκτικώς! [. . .] Ηθικά μου αφαίρεσε δύο μεγάλα γεγονότα καλλιτεχνικά, που ζούσα και ξενυχτούσα λαχταρώντας γι' αυτά, για να τα δω αλύπητα δοσμένα: το Macbeth στον Leinsdorf και το Pelleas στον Morrel ! ! [. . .] Δεν υπήρχε λόγος γι' αυτό το χτύπημα στην καρδιά - δηλαδή κανείς άλλος παρά η μοίρα, όπως πάντα, ξέρει πότε θα σου έρθει ο ταμπλάς! Ούτως η άλλως, όπως λέμε, ποτέ στη ζωή μου η ηθική μου υπόσταση δεν είχε το συναίσθημα της καταστροφής σ' αυτό το σημείο, που, όχι μόνο σου αφαιρεί κάθε ελπίδα αποκαταστάσεως, μα και κάθε ελπίδα όταν έφθασες στα 63 σου χρόνια! [...] Εδώ και πέντε χρόνια, όταν ξαναχτυπήθηκα πάλι, αυτό συνέβηκε μόλις είχα τελειώσει την περίοδο με τη Φιλαρμονική, έτσι πολύ λιγότερο χάσιμο και πολύ μικρότερο χτύπημα ! Τώρα γίνεται συζήτηση για τον ερχόμενο Σεπτέμβριο, εάν όλα πάνε κατ' ευχή!! [. . .] Χίλιες φορές καλύτερα να σταματήσουμε μονοκόμματα, παρά να σε αναγκάσουν να ζεις με δανεικά(!!) και φυσιολογικώς και οικονομικώς».

«Ωστόσο, το γεγονός ότι πέρασα από τόσες στενοχώριες τα τελευταία δέκα χρόνια, δεν σημαίνει ότι πρέπει και να σταματήσω να ζω και να κάνω αυτό που μ' αρέσει. Δεν πρόκειται να παίξω τον grand seignior[. . .] και να γίνω ένας ακριβός μαέστρος, τον οποίο μόνο μια μεγάλη αμοιβή θα έκανε προσιτό. Όσο περισσότερο πείθομαι για το είδος της συμβολής μου, τόσο η αμοιβή μου κατεβαίνει. Και με όλον τον σεβασμό για το μεγαλείο τον Toscanini, όμως λυπάμαι για το γεγονός ότι η οικογένειά του, ιδιαίτερα η σύζυγός του, αφού εκείνος είχε αποφασίσει να αποσυρθεί από τη διεύθυνση, τον εβίασε να πάει στο NBC , χάρις στα 6000 δολάρια κατά συναυλία που του προσέφεραν, και να εκθέσει τον εαυτό τον στον κίνδυνο να ιδεί το μεγαλείο του να γκρεμίζεται υμνούμενος από τους αδαείς, οικτιρόμενος από τους γνώστες, αντί ν' αποτραβηχτεί πριν η αμοιβή του φθάσει τα 6000 δολάρια».

[. . .] «Η υγεία μου είναι σε καλή κατάσταση, μα δεν είμαι πια ο ίδιος άνθρωπος! Κλείσθηκα στον εαυτό μου περισσότερο από άλλες φορές και ανυπομονώ για τις ώρες της μονώσεώς μου. Τους ανθρώπους γύρω μου τους βλέπω πάντα με την ίδια καλοσύνη μα με περισσότερη αδιαφορία, σαν να μη ζω πια μεταξύ τους και τους παρακολουθώ από ένα άλλο κόσμο! Αυτό μερικές φορές με τρομάζει! Δεν έχω καμιά σιγουριά ότι είμαι ζωντανός ή θα μείνω ζωντανός για πολύ καιρό, σαν να περιμένω το τέλος».

«Αύριο και μεθαύριο τα δύο τελευταία μου concerts με τη Φιλαρμονική. Όλα είχαν επιτυχία στο κοινό, παρ' όλες τις επιφυλάξεις τις οποίες είχα εξ αιτίας των συμφωνιών του Mahler. Μεγάλη πρόοδος και ιστορική στιγμή για τη Φιλαρμονική: Κύκλος Mahler οκτώ εβδομάδων!! Ανήκουστο στη Νέα Υόρκη. Αποδίδω το γεγονός της επιτυχίας εις το ότι είμαι ο μόνος που άρχισα, παρ' όλες τις κατάρες του Bruno Walter, να μοιράζω τις μακριές συμφωνίες του Mahler πριν και μετά το διάλειμμα τον προγράμματος. Έτσι, ο κόσμος δεν κουράζεται και είναι σε θέση να απολαύσει την ομορφιά της μουσικής του, χωρίς να τον φαίνεται ατέλειωτη. Ήταν πολύ συγκινητικό όταν χθες, προτού αρχίσω την 9η, γύρισα στο κοινό και ομολόγησα το αισθητικό μου κακούργημα να διαιρώ τη Συμφωνία, τη μισή πριν από το διάλειμμα και την άλλη μισή κατόπιν. Ότι για χάρη του κοινού και επειδή ενδιαφέρομαι μάλλον ως missionary να τους δώσω τη δυνατότητα να απολαύσουν την τέχνη και την ομορφιά τον Θεού μου και όχι να τους απειλώ με αισθητικούς νόμους και αμείλικτες φωτιές του Άδη! Με χειροκρότησαν με δύναμη και ευγνωμοσύνη ! Έτσι, ή 9η, που πάντα ήταν μια συμφωνία να τη φοβάσαι για την ατέλειωτη heavenly length της, έγινε προσιτή και χειροκροτήθηκε ακόμη περισσότερο και από την Πρώτη Συμφωνία, η οποία έχει θορυβώδες τέλος και εύκολα χειροκροτείται επομένως. Ώστε είχα επιτυχία όχι μόνο ως διευθυντής ορχήστρας αλλά και ως missionary και ελπίζω ο Άγιός μου (σ.σ. δηλαδή ο Άγιος Φραγκίσκος) να είναι υπερήφανος για το μαθητή του. Ομολογώ ότι απήλαυσα πραγματικά αυτή την εκδρομή στον Mahler όσο ποτέ. Είχα πάντα τον φόβο πως ήμουνα πάντα εγωιστικά ευχαριστημένος, αυτή τη φορά δεν αισθάνθηκα ποτέ μόνος μου, αλλά πως και το κοινό απήλαυσε όπως και εγώ. Τι κρίμα ότι η αναγνώριση συνδέεται πάντα με το τέλος. Έτσι το θέλει η πρόνοια της ανθρωπότητας».

"Δημήτρης Μητρόπουλος" Κεντρική σελίδα





Designed by TemplatesBox